- βάλλoς
- (ballus). Γένος αραχνιδίων αρθροπόδων της οικογένειας των σαλτικιδών. Ζουν σε πολλές χώρες, όπως επίσης και στην Ελλάδα. Είναι έντομα μικρά σε μέγεθος, με κεφαλοθώρακα αρκετά μεγάλο και μάτια καλά ανεπτυγμένα, στο πάνω και πίσω μέρος του. Καλύπτονται από λευκό ή ξανθό τρίχωμα, ενώ τα πίσω πόδια τους είναι κίτρινα με μαύρες ταινίες. Μετακινούνται με άλματα στα δάση και στα χωράφια, όπου περνούν τον καιρό τους. Στην Ελλάδα γνωστά είναι τα είδη ο β. ο χθαμαλός και ο β. ο ερυθρόπους.
Dictionary of Greek. 2013.